H Σουρτούκα πίσω στις αρχές του περασμένου αιώνα τριγυρίζει στα μονοπάτια του Ρεμπέτικου. H «douroudourou» είναι μια σειρά σχεδίων με πηγή έμπνευσης την εποχή αυτή και τις ιστορίες των τραγουδιών και των ανθρώπων της. Ο τίτλος της σειράς προέρχεται από το ομώνυμο τραγούδι, που ηχογραφήθηκε σε παραλλαγές στην Αμερική από τους Λεωνίδα Σμυρνιό το 1927, Μαρίκα Παπαγκίκα στα 1928 και Χαρίλαο Πιπεράκη το 1929.

Η ΑΡΧΗ

Εν αρχή ην η μούσα. Η δημιουργία. Η εκκίνηση. Αυτή που δείχνει το δρόμο ακόμα και στο πιο βαθύ σκοτάδι. Στις συνταρακτικές πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, σ’ αυτό εδώ το σταυροδρόμι, συναντήθηκαν ένα σωρό ιστορίες. Αγάπης, πόνου, έρωτα, ελευθερίας, ιστορίες γεμάτες αδιέξοδα και άλλες γεμάτες ελπίδα και δύναμη. Πάντως ιστορίες αληθινές, αληθινών ανθρώπων. Και ήταν αυτή η λαχτάρα των ανθρώπων, η κατεπείγουσα εκείνη ανάγκη μας, να δημιουργούμε και να μοιραζόμαστε, που τις έκανε τραγούδια. Ευτυχώς. Να τα ακούμε εμείς σήμερα, να αγαλλιάζει το μέσα μας…

Ο ΑΝΤΡΑΣ, Η ΒΡΟΧΗ ΚΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ.

Ο έρωτας. Ιστορίες λατρείας και εγκατάλειψης, ρομαντικές ή παράφορες, ιστορίες σκλαβιάς ή απελευθέρωσης. Οι ρεμπέτες και οι ρεμπέτισσες τραγούδησαν τον έρωτα σε όλες του τις εκφάνσεις. Άλλοτε ικετεύουν, κάποτε απλά παρατηρούν, θυμώνουν, διεκδικούν. Όπως όλοι οι άνθρωποι… Κάποιες φορές, σπανιότερα, αποφασίζουν να τα βάλουν για τον έρωτά τους με θεούς και δαίμονες. Όπως όλοι οι άνθρωποι…

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΘΙΣΜΕΝΟ ΔΑΚΡΥ.

Είναι ένα έργο για όλες εκείνες τις ιστορίες απώλειας και μοναξιάς και τους ανθρώπους τους… που πρώτα απόρησαν με τον εαυτό τους “τόσος καημός πού χώρεσε” κι ύστερα τον θαύμασαν και τον εαυτό τους και τον πόνο και άνθισαν ξανά. Και ξανά..

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΠΟΥ ΦΕΥΓΕΙ

Τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα περισσότεροι από μισό εκατομμύριο άνθρωποι εγκατέλειψαν την Ελλάδα, προς αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Για όσους έμεναν πίσω η απομάκρυνση του αγαπημένου προσώπου ήταν συνήθως οριστική, δε θα αντάμωναν πότε ξανά.

Η εφόρμηση για τη “Γυναίκα και το πλοίο που φεύγει” είναι αυτή ακριβώς η τετελεσμένη συνθήκη- η κατάσταση μέσα στην οποία, οποιαδήποτε κίνηση φαντάζει μάταιη και πιθανότατα είναι..

Είναι ένα έργο για την αποδοχή όλων αυτών, που κανείς μας δε θέλει να νιώθει. Για την αποδοχή του πόνου, της μοναξιάς, της απώλειας, της απογοήτευσης. Πολλές φορές είναι το απαραίτητο βήμα πριν τη σπουδαιότερη και ουσιαστικότερη αλλαγή, πριν τη φωτεινή μεταστροφή, πριν την ανάληψη δράσης.

ΤΟ ΠΟΥΛΙ

Το ρεμπέτικο τραγούδησε την ελευθερία μα κυρίως τη στέρησή της. Μέσα από τους τοίχους της φυλακής, μέσα στις ασφυκτικές συνθήκες διαβίωσης, μέσα απ’ τη δύνη των παθών και των πόθων. Τραγούδησε τους κοινωνικούς περιορισμούς, τα ανελέητα στερεότυπα μα και τις αλυσίδες, που μόνοι μας δένουμε γύρω απ’ τις ζωές μας. «Το Πουλί» είναι ένα έργο για την ελευθερία, γι’ αυτήν που τόσα έχουν γίνει και άλλα τόσα έχουν ειπωθεί. Για την απαραίτητη εκείνη συνθήκη, ώστε ο άνθρωπος απελευθερωμένος από κάθε είδους δεσμά, να μπορέσει να ακούσει τον εαυτό του και οργανικά να σχετιστεί με τους γύρω και τον κόσμο. Για την ελευθερία από κάτι και για κάτι. Το κάθε κάτι είναι του καθενός άλλο και εξίσου σημαντικό.

Η ΑΡΧΗ

Εν αρχή ην η μούσα. Η δημιουργία. Η εκκίνηση. Αυτή που δείχνει το δρόμο ακόμα και στο πιο βαθύ σκοτάδι. Στις συνταρακτικές πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, σ’ αυτό εδώ το σταυροδρόμι, συναντήθηκαν ένα σωρό ιστορίες. Αγάπης, πόνου, έρωτα, ελευθερίας, ιστορίες γεμάτες αδιέξοδα και άλλες γεμάτες ελπίδα και δύναμη. Πάντως ιστορίες αληθινές, αληθινών ανθρώπων. Και ήταν αυτή η λαχτάρα των ανθρώπων, η κατεπείγουσα εκείνη ανάγκη μας, να δημιουργούμε και να μοιραζόμαστε, που τις έκανε τραγούδια. Ευτυχώς. Να τα ακούμε εμείς σήμερα, να αγαλλιάζει το μέσα μας…

Ο ΑΝΤΡΑΣ, Η ΒΡΟΧΗ ΚΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ.

Ο έρωτας. Ιστορίες λατρείας και εγκατάλειψης, ρομαντικές ή παράφορες, ιστορίες σκλαβιάς ή απελευθέρωσης. Οι ρεμπέτες και οι ρεμπέτισσες τραγούδησαν τον έρωτα σε όλες του τις εκφάνσεις. Άλλοτε ικετεύουν, κάποτε απλά παρατηρούν, θυμώνουν, διεκδικούν. Όπως όλοι οι άνθρωποι… Κάποιες φορές, σπανιότερα, αποφασίζουν να τα βάλουν για τον έρωτά τους με θεούς και δαίμονες. Όπως όλοι οι άνθρωποι…

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΘΙΣΜΕΝΟ ΔΑΚΡΥ.

Είναι ένα έργο για όλες εκείνες τις ιστορίες απώλειας και μοναξιάς και τους ανθρώπους τους… που πρώτα απόρησαν με τον εαυτό τους “τόσος καημός πού χώρεσε” κι ύστερα τον θαύμασαν και τον εαυτό τους και τον πόνο και άνθισαν ξανά. Και ξανά..

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΠΟΥ ΦΕΥΓΕΙ

Τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα περισσότεροι από μισό εκατομμύριο άνθρωποι εγκατέλειψαν την Ελλάδα, προς αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Για όσους έμεναν πίσω η απομάκρυνση του αγαπημένου προσώπου ήταν συνήθως οριστική, δε θα αντάμωναν πότε ξανά.

Η εφόρμηση για τη “Γυναίκα και το πλοίο που φεύγει” είναι αυτή ακριβώς η τετελεσμένη συνθήκη- η κατάσταση μέσα στην οποία, οποιαδήποτε κίνηση φαντάζει μάταιη και πιθανότατα είναι..

Είναι ένα έργο για την αποδοχή όλων αυτών, που κανείς μας δε θέλει να νιώθει. Για την αποδοχή του πόνου, της μοναξιάς, της απώλειας, της απογοήτευσης. Πολλές φορές είναι το απαραίτητο βήμα πριν τη σπουδαιότερη και ουσιαστικότερη αλλαγή, πριν τη φωτεινή μεταστροφή, πριν την ανάληψη δράσης.

ΤΟ ΠΟΥΛΙ

Το ρεμπέτικο τραγούδησε την ελευθερία μα κυρίως τη στέρησή της. Μέσα από τους τοίχους της φυλακής, μέσα στις ασφυκτικές συνθήκες διαβίωσης, μέσα απ’ τη δύνη των παθών και των πόθων. Τραγούδησε τους κοινωνικούς περιορισμούς, τα ανελέητα στερεότυπα μα και τις αλυσίδες, που μόνοι μας δένουμε γύρω απ’ τις ζωές μας. «Το Πουλί» είναι ένα έργο για την ελευθερία, γι’ αυτήν που τόσα έχουν γίνει και άλλα τόσα έχουν ειπωθεί. Για την απαραίτητη εκείνη συνθήκη, ώστε ο άνθρωπος απελευθερωμένος από κάθε είδους δεσμά, να μπορέσει να ακούσει τον εαυτό του και οργανικά να σχετιστεί με τους γύρω και τον κόσμο. Για την ελευθερία από κάτι και για κάτι. Το κάθε κάτι είναι του καθενός άλλο και εξίσου σημαντικό.